- κἀντί
- ἀντί , ἀντίover against.indeclform (prep)ἐντι , εἰμίsumpres ind act 3rd pl (doric)ἐντι , εἰμίsumpres ind act 3rd sg (doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Κάντι — (Kandy). Πόλη (1.272.463 κάτ. το 2001) της Σρι Λάνκα, πρωτεύουσα της Κεντρικής επαρχίας (5.674 τ. χλμ., 2.414.973 κάτ.). Είναι χτισμένη στον ποταμό Mαχαβέλι, στις βορειοδυτικές υπώρειες του όρους Πιντουρουταλαγκάλα, σε μία ζώνη πλούσια σε δάση… … Dictionary of Greek
Ινδονησία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδονησίας Έκταση: 1.919.440 τ. χλμ. Πληθυσμός: 228.437.870 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Τζακάρτα (8.389.443 κάτ. το 2001)Νησιωτικό κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας. Έχει χερσαία σύνορα (σε διαφορετικά νησιά) με τη… … Dictionary of Greek
νικᾶντι — νῑκᾶντι , νικάω conquer pres part act masc/neut dat sg (doric aeolic) νῑκᾶντι , νικάω conquer pres subj act 3rd pl (doric) νῑκᾶντι , νικάω conquer pres ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
φεμινισμός — Ιδεολογικό κίνημα, που διεκδικεί την εξίσωση της γυναίκας με τον άντρα σε όλα τα πεδία της κοινωνικής ζωής. Φαινόμενο τυπικό των νεότερων χρόνων, εμφανίζεται ως θεωρία με τη Γαλλική επανάσταση. Έως τότε, το ζήτημα της θέσης της γυναίκας σε σχέση… … Dictionary of Greek
πεφύκαντι — πεφύ̱καντι , φύω bring forth perf ind act 3rd pl (doric) πεφύ̱καντι , φύω bring forth plup ind act 3rd pl (epic doric) φύζω perf ind act 3rd pl (doric) φύζω plup ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
συμπεφύκαντι — συμπεφύ̱καντι , συμφύω make to grow together perf ind act 3rd pl (doric) συμπεφύ̱καντι , συμφύω make to grow together plup ind act 3rd pl (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
τεθνάκαντι — τεθνά̱καντι , θνήσκω perf ind act 3rd pl (doric) τεθνά̱καντι , θνήσκω plup ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐγκαταδεδύκαντι — ἐγκαταδεδύ̱καντι , ἐγκαταδύνω set upon perf ind act 3rd pl (doric) ἐγκαταδεδύ̱καντι , ἐγκαταδύνω set upon plup ind act 3rd pl (doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκβεβλαστάκαντι — ἐκβεβλαστά̱καντι , ἐκ βλαστάω bring forth perf ind act 3rd pl (doric aeolic) ἐκβεβλαστά̱καντι , ἐκ βλαστάω bring forth plup ind act 3rd pl (doric aeolic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἐκπεφύκαντι — ἐκπεφύ̱καντι , ἐκφύω generate perf ind act 3rd pl (doric) ἐκπεφύ̱καντι , ἐκφύω generate plup ind act 3rd pl (epic doric) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)